ΑΡΚΕΣΙΛΑΟΣ

Πιτάνη, 315 -  241 π.Χ.

Γεννήθηκε στην περιοχή Πιτάνη της Αιολίας. Ανήκει στην περίοδο της Ακαδημίας που λέγεται «σκεπτική ή μέση Ακαδημία». Το 268 π.Χ. διαδέχθηκε τον αρχηγό της αρχαιότερης Ακαδημίας, Κράτητα. Αρχικά ήταν μαθητής του μαθηματικού Αυτολύκου, μαζί με τον οποίο έμεινε για ένα διάστημα στις Σάρδεις. Μετά ήρθε στην Αθήνα κι έγινε μαθητής του Θεοφράστου, ο οποίος ήταν στενός φίλος, συνάδελφος και συνεχιστής του έργου του Αριστοτέλη. Ο Κράντωρ, όμως, τον προσέλκυσε στην Ακαδημία, όπου γνώρισε τον Πολέμωνα και τον Κράτητα, οι οποίοι δίδασκαν εκεί. Ο Αρκεσίλαος επηρεάστηκε πολύ από τον Πύρρωνα. Φημιζόταν για την οξυδέρκεια, τον ειρωνικό του τρόπου και τη ρητορική ικανότητα. Στις μέρες μας δεν έχει φθάσει κανένα έργο του. Τη διδασκαλία του τη μαθαίνουμε από τον Διογένη Λαέρτιο, τον Κικέρωνα και τον Σέξτο Εμπειρικό.

Ο Αρκεσίλαος παραδέχεται εξ ολοκλήρου τη θεωρία του Πύρρωνα δίχως να την αλλάξει. Επίσης, καθώς είναι οπαδός της Ακαδημίας, μελετά τη φιλοσοφία του Πλάτωνος και προσπαθεί να αποδείξει τις σκεπτικές πλευρές της σωκρατικής διδασκαλίας. Ο Σωκράτης πάντα υποστήριζε ότι δεν ήξερε τίποτα. Στις ομιλίες του ποτέ δεν ισχυριζόταν κάτι κι έκανε τον συνομιλητή του να ισχυρίζεται ο ίδιος. Και στη συνέχεια, με ορισμένες ερωτήσεις και αντιρρήσεις, τον έκανε να ομολογήσει ότι δεν ξέρει τίποτα. Τη μέθοδο αυτή τη συναντούμε κυρίως στους νεανικούς διαλόγους του Πλάτωνος. Κατά τον Αρκεσίλαο, ο τρόπος αυτός είναι έκφραση της σκεπτικιστικής αρχής ότι «μπορούμε να υποστηρίξουμε με αποδείξεις, υπέρ και κατά, κάθε ισχυρισμό». Και οι δύο αποδείξεις θα έχουν την ίδια ισχύ. Ήδη και ο Αρκεσίλαος χρησιμοποιεί την ίδια μέθοδο στις συζητήσεις του, αλλά όχι όπως ο Σωκράτης, με σκοπό να σπρώξει τον συνομιλητή του να σκεφθεί και να βγάλει ο ίδιος, μονάχος του, συμπέρασμα, αλλά αντίθετα, με σκοπό να τον πείσει να υποστηρίξει τη σκεπτικιστική άποψη. Με αυτό τον τρόπο, ο σκεπτικισμός της Ακαδημίας συνδέθηκε με την εριστική και ελεγκτική διαλεκτική των Μεγαρικών, όπως τη διαμόρφωσε ο Διόδωρος.

Ο Αρκεσίλαος είναι γνωστός για τη γνωσιοθεωρία του, η οποία είναι τελείως αντίθετη από αυτή του Ζήνωνος του Ελεάτη. Σύμφωνα με τους Στωικούς, η αληθινή γνώση στηρίζεται στις αισθήσεις. Πηγή της γνώσης είναι η αίσθηση. Τη σωστή, όμως, γνώση δεν την εξασφαλίζουν όλες οι αισθήσεις, αλλά μόνον οι «καταληπτικές φαντασίες». Η κατάληψη είναι το μέτρο της ορθής γνώσης. Σε αυτή τη θεωρία ο Αρκεσίλαος αντιδρά ως εξής: δεν υπάρχει ένα τέτοιο μέτρο για να κρίνουμε αν η γνώση είναι σωστή ή λανθασμένη, δηλαδή ανταποκρίνεται σε κάτι υπαρκτό ή ανύπαρκτο. Σε περίπτωση διανοητικών ταραχών, ονείρων ή λανθασμένων πληροφοριών των αισθητηρίων οργάνων, μπορεί η «καταληπτική φαντασία» να φαίνεται ξεκάθαρη και εύληπτη, κι όμως στην πραγματικότητα να είναι λανθασμένη. Κι αυτό αποδεικνύει πως ποτέ δεν μπορούμε να ξέρουμε αν μια παράσταση είναι λανθασμένη ή όχι. Εξάλλου, υπάρχουν βαθμίδες ανάμεσα σε παραστάσεις καταληπτικές και μη, όπως υπάρχουν βαθμίδες ανάμεσα στη διαύγεια της γνώσης και στην εγκυρότητά της. Για τον λόγο τούτο, το κριτήριο των Στωικών για τη διαπίστωση της ορθής γνώσης δεν ωφελεί σε τίποτα. Η γνωσιοθεωρία του Αρκεσιλάου καταλήγει με αυτή την κριτική κατά της Στοάς.